- ρεμένσοι
- Δουλοπάροικοι αγρότες στη μεσαιωνική Καταλονία (Ισπανία), υποχρεωμένοι να εκτελούν βαριές δουλειές. Ήταν επίσης υποχρεωμένοι να πληρώνουν ένα ποσό (remensa) στον αφέντη τους, αν είχαν τη δυνατότητα να εξαγοράσουν την ελευθερία τους. Το ποσό της εξαγοράς καθοριζόταν από τον αφέντη, ο οποίος παρέμενε και ιδιοκτήτης της γης τους. Η ιδιότητα των ρ. ήταν κληρονομική. Ρ. υπήρχαν από τον 10o αι. αλλά σε επίσημα νομικά έγγραφα αναφέρονται μόνο από το πρώτο τέταρτο του 12ου. Πολυάριθμοι ήταν τον 13o και 14o αι. Ο θεσμός των ρ. καταργήθηκε οριστικά το 1486.
Dictionary of Greek. 2013.